Αβάνα
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/11/2014. |
Αβάνα | |||
---|---|---|---|
Χώρα | Κούβα | ||
Διοικητική διαίρεση | Havana Province | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Juan Contino Aslán | ||
Έκταση | 721,1 χλμ² | ||
Υψόμετρο | 59 μ | ||
Πληθυσμός | 2.141.993 (2009) | ||
Ταχυδρομικός κώδικας | 10xxx–19xxx | ||
δεδομένα ( ) |
H Αβάνα, ή και "Αμπάνα" (ισπανικά: La Habana Λα Αβάνα, παλαιότερη ονομασία San Cristóbal de La Habana), είναι η πρωτεύουσα της Κούβας και συγχρόνως το σπουδαιότερο οικονομικό, πολιτιστικό και πολιτικό κέντρο της. Είναι η μεγαλύτερη πόλη της Καραϊβικής, με πληθυσμό που υπερβαίνει τα 2,2 εκατομμύρια κατοίκους και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της Κούβας, σε απόσταση 144 χιλιομέτρων από το Κι Ουέστ της Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αποτελεί τον σημαντικότερο τουριστικό προορισμό στην Κούβα και έναν από τους πιο δημοφιλείς σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Το ιστορικό κέντρο της πόλης, η «παλιά Αβάνα» (Habana Vieja), έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO, (από το 1982), Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Οι κάτοικοι της Αβάνας ονομάζονται Αμπανέρος (Habaneros).
Πίνακας περιεχομένων
[Απόκρυψη]Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η ευρύτερη περιοχή που καταλαμβάνει σήμερα η Αβάνα, εξερευνήθηκε για πρώτη φορά από τον Σεβαστιανό ντε Οκάμπο (Sebastián de Ocampo) το 1509, ο οποίος και την ονόμασε "Πουέρτο ντε Καρένας". Το 1515, ο Ισπανός εξερευνητής Ντιέγο Βελάσκεθ ντε Κουεγιάρ ίδρυσε ένα λιμάνι με το όνομα Άγιος Χριστόφορος της Αβάνας, στην νότια πλευρά της Κούβας, ωστόσο η ακαταλληλότητα της βαλτώδους αυτής περιοχής, που επιπλέον δεν διέθετε ευνοϊκό κλίμα, οδήγησε το 1519 στην εγκατάλειψή της και τη μετακίνηση στην σημερινή περιοχή της Αβάνας, στο βόρειο τμήμα της χώρας, γνωστή τότε με την ονομασία Πουέρτο Καρένας. Το λιμάνι της και γενικότερα η γεωγραφική της θέση, ευνόησε την ανάπτυξή της, αποτελώντας σύντομα σημαντικό πόλο έλξης. Ως σπουδαίο εμπορικό λιμάνι, για τα ισπανικά πλοία, η Αβάνα αποτέλεσε συχνά στόχο επιθέσεων από πειρατές ή Γάλλους, Ολλανδούς και Άγγλους κουρσάρους, κυρίως κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα. Το γεγονός αυτό οδήγησε τους Ισπανούς στην κατασκευή έργων οχύρωσης της πόλης, με τέσσερα επιβλητικά οχυρά να επιβιώνουν μέχρι σήμερα.
Το 1592, η έδρα του Ισπανού κυβερνήτη μεταφέρθηκε από το Σαντιάγο της Κούβας στην πόλη της Αβάνας, η οποία ανακηρύχθηκε επισήμως πρωτεύουσα το 1607. Λίγα χρόνια αργότερα, με ένα βασιλικό διάταγμα του 1634, η Αβάνα αναγνωρίστηκε επίσημα ως πόλη «κλειδί για το Νέο Κόσμο και την οχύρωση των Δυτικών Ινδιών», τίτλος που αποτυπώθηκε και στο εθνόσημό της. Κατά τη διάρκεια του επταετή πολέμου (1756-1763), η Ισπανίασυμμάχησε με τη Γαλλία, με αποτέλεσμα οι αγγλικές πολεμικές δυνάμεις να επιτεθούν και να καταλάβουν την Αβάνα. Η αγγλική κατοχή διήρκεσε για λίγους μόνο μήνες, καθώς με τη λήξη του πολέμου οι Βρετανοί παρέδωσαν την πόλη με αντάλλαγμα τη Φλόριντα, ωστόσο στο σύντομο αυτό διάστημα επετράπη για πρώτη φορά το διεθνές εμπόριο. Η ρύθμιση αυτή παρέμεινε σε ισχύ και μετά την αγγλική κατοχή, ενώ μέχρι τότε το λιμάνι της Αβάνας εξυπηρετούσε μόνο ισπανικά εμπορικά πλοία.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες ισπανικές αποικίες που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους στις αρχές του 19ου αιώνα, η Κούβα παρέμεινε για μεγαλύτερο διάστημα υπό ισπανική κυριαρχία, γνωρίζοντας παράλληλα σημαντική οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη. Κατά τη δεκαετία του 1830 ξεκίνησε η κατασκευή του πρώτου σιδηροδρόμου της Αβάνας, συνολικού μήκους 51 χιλιομέτρων, που εξυπηρετούσε κυρίως τη μεταφορά και το εμπόριο ζάχαρης. Η κατασκευή του κατέστησε την Κούβα ως την πέμπτη χώρα στον κόσμο που αποκτούσε σιδηρόδρομο και πρώτη μεταξύ των ισπανόφωνων χωρών. Ο πληθυσμός της έφθανε περίπου τις 100.000 στις αρχές του 1800, ξεπερνώντας τις 160.000 στα μέσα του αιώνα, όταν μέρος των τειχών της πόλης γκρεμίστηκαν με σκοπό την επέκτασή της.
Την ίδια περίοδο, άρχισαν να εκδηλώνονται οι πρώτες πολεμικές συγκρούσεις των Κουβανών με στόχο την ανεξαρτησία τους. Τον Δεκαετή πόλεμο, της περιόδου 1868-1878, ακολούθησε ο πόλεμος για την ανεξαρτησία της Κούβας που ξέσπασε το 1895. Στις αρχές του 1898, το αμερικανικό θωρηκτό Maine εξερράγη στο λιμάνι της Αβάνας και η αμερικανική κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στην Ισπανία. Ο Ισπανοαμερικανικός πόλεμος διήρκεσε από τις 25 Απριλίουμέχρι τις 12 Αυγούστου και οδήγησε τελικά στην επιβολή αμερικανικής κυριαρχίας επί των πρώην ισπανικών αποικιών στην Καραϊβική, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το 1902 (αναιρώντας την αρχική συμφωνία για εικοσαετή κηδεμονία των ΗΠΑ), χρονιά κατά την οποία η Δημοκρατία της Κούβας εξασφάλισε την ανεξαρτησία της, αν και εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό ισχυρή αμερικανική επιρροή. Τα επόμενα χρόνια, Αμερικανοί επενδυτές και επιχειρηματίες κυριάρχησαν στην οικονομική ζωή της χώρας και ειδικότερα της Αβάνας, η οποία γνώρισε μία ακόμα περίοδο σημαντικής ανάπτυξης. Στις αρχές του 1930 η πόλη αποτελούσε δημοφιλή τουριστικό προορισμό και πολυτελή κέντρα διασκέδασης και ξενοδοχειακές μονάδες έκαναν την εμφάνισή τους προκειμένου να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη παρουσία των επισκεπτών. Βέβαια η αιφνίδια αυτή τουριστική εξέλιξη οφείλονταν κυρίως στη ποτοαπαγόρευση που είχε επιβληθεί εκείνη την εποχή στις ΗΠΑ. Την ίδια περίοδο, άνθησαν επίσης τα φαινόμενα διαφθοράς, που συνδυάστηκαν με την παρουσία του οργανωμένου εγκλήματος στην πόλη.
Από τις αρχές του 1920, μία σειρά από δικτάτορες ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της Κούβας, καθιστώντας την Αβάνα πεδίο πολιτικής βίας. Πολλαπλές απόπειρες ανατροπής του καθεστώτος του Φουλχένσιο Μπατίστα εκδηλώθηκαν, με αποκορύφωμα την κουβανική επανάσταση με ηγέτη τον Φιδέλ Κάστρο, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία την 1η Ιανουαρίουτου 1959, προχωρώντας σε ριζικές μεταρρυθμίσεις. Υπό τη διακυβέρνηση του Κάστρο, επιχειρήθηκε η μετατόπιση της οικονομικής βάσης της πόλης στη βιομηχανία, περιορίστηκαν σημαντικά οι οικονομικές ανισότητες των κατοίκων της πόλης και έγιναν προσπάθειες βελτίωσης των προσφερόμενων κοινωνικών υπηρεσιών. Παράλληλα, η οικονομία της Αβάνας δέχθηκε σημαντικό πλήγμα εξαιτίας του οικονομικού εμπάργκο που κήρυξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, του περιορισμού του τουρισμού, αλλά και της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης που μετά την επανάσταση στήριξε οικονομικά την Κούβα. Εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων, κατά τη δεκαετία του 1990, ο τουρισμός αποτέλεσε εκ νέου, παραμένοντας μέχρι σήμερα, μία από τις κύριες πηγές εισοδήματος.
Πληθυσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κατά την απογραφή του 2002, ο πληθυσμός της χώρας έφθανε τους 2.201.610 κατοίκους (ποσοστό περίπου 20% επί του συνολικού πληθυσμού της Κούβας), κατανεμημένος σε έκταση περίπου 272 τετραγωνικών μέτρων και πέντε φορές μεγαλύτερος από τον πληθυσμό του Σαντιάγο (περίπου 400.000 κάτοικοι) που αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός της Αβάνας έχει σημειώσει μικρή σχετικά αύξηση, σε αντίθεση με εκείνον άλλων μεγάλων πόλεων της Λατινικής Αμερικής, γεγονός που οφείλεται στην αυστηρή κυβερνητική πολιτική που προωθήθηκε με σκοπό τον περιορισμό της εσωτερικής μετανάστευσης στην Αβάνα. Επιπλέον, μετά την κουβανική επανάσταση, επί της διακυβέρνησης του Φιδέλ Κάστρο, τμήμα του πληθυσμού εγκατέλειψε το νησί με κύριο προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Διοικητική οργάνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Αβάνα διαθέτει δήμαρχο και διοικητικό συμβούλιο που διαχειρίζονται τις υποθέσεις της πόλης, ωστόσο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κεντρική πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση της Κούβας. Η πόλη διαιρείται σε 15 δημοτικά διαμερίσματα: Arroyo Naranjo, Boyeros, Centro Habana, Cerro, Cotorro, Diez de Octubre, Guanabacoa, La Habana del Este, La Habana Vieja («παλιά Αβάνα»), La Lisa, Marianao, Playa (περιλαμβάνει το Miramar), Plaza de la Revolucion, Regla και San Miguel del Padrón. Τα διαμερίσματα αυτά δεν διαθέτουν άλλους οικονομικούς πόρους πέρα από αυτούς που τους διαθέτει η κυβέρνηση, ενώ έχουν γενικά περιορισμένες αρμοδιότητες, όπως η συλλογή των σκουπιδιών ή η προστασία από πυρκαγιές. Σε συνοικιακό επίπεδο, στις αστικές περιοχές της Αβάνας, κάθε γειτονιά οργανώνεται σε Επιτροπές για την Άμυνα της Επανάστασης, οι οποίες διαχειρίζονται τοπικές υποθέσεις, όπως τη διατήρηση της δημόσιας υγιεινής, την κινητοποίηση των κατοίκων για εθελοντική εργασία όταν αυτή απαιτείται από τις κυβερνητικές αρχές ή ακόμα και την αστυνόμευση των περιοχών.
Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Λόγω τής γεωγραφικής θέσης της, η Αβάνα χαρακτηρίζεται από ήπιο κλίμα σχεδόν καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται από 22 βαθμούς Κελσίου, κατά τους χειμερινούς μήνες, μέχρι 28 βαθμούς κατά τον Αύγουστο, ενώ σπάνια πέφτει κάτω από τους 10 βαθμούς. Οι βροχοπτώσεις που παρατηρούνται είναι εντονότερες κατά το μήνα Οκτώβριο με περιστασιακούς τυφώνες να εκδηλώνονται κυρίως στο νότο, προκαλώντας έτσι πολύ λιγότερες φθορές στην Αβάνα σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Κούβας.
Σύγχρονη εικόνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Αβάνα παρουσιάζεται σήμερα ως μία πρωτεύουσα με τις μεγαλύτερες αντιθέσεις, ειδικότερα στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία. Υπέροχα κτίρια της ισπανικής αποικιοκρατικής εποχής και νεοκλασικές επαύλεις γειτνιάζουν με πολυώροφα πολύχρωμα κτίρια σοβιετικού τύπου με επίκεντρο το Καπιτώλιο όμοιο με εκείνο της Ουάσιγκτον. Φαρδιές λεωφόροι αλλά και στενά δρομάκια πλάτους 4 μόλις μέτρων. Πάρκα αλλά και αλάνες γύρω από τις οποίες κινούνται παλαιά μοντέλα οχημάτων και λεωφορεία απαρχαιωμένα. Η μοναδική ίσως στον κόσμο εικόνα τόσων επιρροών αλλά και τόσης στασιμότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου