Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016

Αλμπέρτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλμπέρτα

Σημαία
Έντμοντον
Μεγαλύτερη πόλη
Κάλγκαρι
Αγγλικά
Λόις Μίτσελ
Ράτσελ Νότλει
 • Σύνολο
 • % Νερό

661.848 km2
19.531 (3%)
Πληθυσμός
 • Απογραφή 2011
 • Πυκνότητα

3.645.257[1] (4η (στον Καναδά)η)
5,5 κατ./km2
Α.Ε.Π. (PPP)
 • Ολικό (2013)
 • Κατά κεφαλή

C$338,166 δις[2] 
C$84.390 
 • Θερινή ώραUTC-7
(UTC UTC-6)
Internet TLD.ca
Συνοπτικός χάρτης της Αλμπέρτας.
Η Αλμπέρτα ή Αλβέρτα (αγγλικά: Alberta) είναι επαρχία του Καναδά.
Αν και βρίσκεται προς την δυτική πλευρά του Καναδά, η Αλμπέρτα κατατάσσεται και μεταξύ των τριών επαρχιών των κεντρικών καναδικών πεδιάδων (αγγλ., The Prairies· γαλλ., Les Prairies). Η επαρχία συνορεύει ανατολικά με το Σασκάτσουαν, νότια με την Πολιτεία της Μοντάνας των ΗΠΑ, δυτικά με την Βρετανική Κολομβία και βόρεια με τα Βορειοδυτικά Εδάφη.
Η έκτασή της είναι 661.848 τ.χλμ. και ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.645.257 κατοίκους (απογραφή 2011). Η Αλμπέρτα είναι η 6η μεγαλύτερη επαρχία του Καναδά ως προς την έκτασή της και 4η με βάση τον πληθυσμό της (μετά το Οντάριο, το Κεμπέκ και τη Βρετανική Κολομβία).
Τα κύρια αστικά κέντρα της Αλμπέρτας είναι το Έντμοντον (Edmonton, 812.201 κάτοικοι), που είναι και η πρωτεύουσα της επαρχίας, και το Κάλγκαρι (Calgary, 1.096.833 κάτοικοι).[3]
Η επαρχία είναι πολύ πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίουφυσικού αερίουκαι βιτουμινιούχων ανθράκων, από όπου επίσης εξάγεται πετρέλαιο. Χάρη στο πετρέλαιο, τα τελευταία χρόνια, η Αλμπέρτα γνωρίζει μεγάλη οικονομική άνθιση.
Η επαρχία πήρε το όνομά της από την αγγλίδα πριγκίπισσα Λουίζ Κάρολιν Αλμπέρτα (Princess Louise Caroline Alberta) (1848­–1939). Η πριγκίπισσα Λουίζ Κάρολιν Αλμπέρτα ήταν τέταρτη κόρη της βασίλισσας Βικτωρίας και σύζυγος του Τζον Ντάγκλας Σάδερλαντ Κάμπελ (John Douglas Sutherland Campbell), που διετέλεσε γενικός κυβερνήτης του Καναδά από το 1878 έως το 1883.

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αλμπέρτα είναι ουσιαστικά ένα μεγάλο οροπέδιο με κλίση από τα νότια προς τα βόρεια. Το νότιο και κεντρικό τμήμα της επαρχίας καλύπτεται από εύφορες πεδιάδες, που τις διασχίζουν πολλά ποτάμια. Προς τον βορρά, οι πεδιάδες δίνουν την θέση τους στα υποαρκτικά δάση κωνοφόρων (τάιγκα).
Την δυτική πλευρά της επαρχίας την στολίζουν τα εντυπωσιακά Βραχώδη όρη, η κορυφογραμή των οποίων είναι, μέχρι ενός σημείου, το σύνορο μεταξύ Αλμπέρτας και Βρετανικής Κολομβίας. Το νότιο όριο της Αλμπέρτας είναι ο 49ος βόρειος παράλληλος, που είναι και το μεγάλο τεχνητό σύνορο μεταξύ του Καναδά και των ΗΠΑ. Το σύνορο της Αλμπέρτας με τα Βορειοδυτικά Εδάφη είναι ο 60ος βόρειος παράλληλος, ενώ το ανατολικό της σύνορο με το Σασκάτσουαν ορίζεται από τον μεσημβρινό 120° δυτικά.
Οι μεγαλύτερες λίμνες της επαρχίας είναι η Αθαμπάσκα (Lake/Lac Athabasca, 7.898 τ.χλμ.) στα σύνορα με το Σασκάτσουαν, η Κλαιρ (Lake/Lac Claire, Καθαρή Λίμνη, 1.436 τ.χλμ.) και η Λέσσερ Σλέιβ (Lesser Slave Lake/Lac Lesser Slave, Λίμνη του Μικρότερου Σκλάβου, 1.160 τ.χλμ.).
Κάλγκαρι, Αλμπέρτα
Έντμοντον, Αλμπέρτα
Εκτός από την πρωτεύουσα Έντμοντον και το Κάλγκαρι, άλλα σημαντικές πόλεις της επαρχίας είναι το Ρεντ Ντηρ (Red Deer, Κόκκινο Ελάφι: 90.564 κάτοικοι), το Λέθμπριτζ (Lethbridge: 83.517 κάτοικοι), το Φορτ ΜακΜέρρυ (Fort McMurray, Οχυρό ΜακΜέρρυ: 64.400 κάτοικοι), το Μέντισιν Χατ (Medicine Hat, Ιατρικό Καπέλο: 56.000 κάτοικοι) και η Γκραντ Πρερί (Grande Prairie, Μεγάλη Πεδιάδα: 44.600 κάτοικοι).[3]Πολύ γνωστές είναι επίσης οι κωμοπόλεις Μπανφ (Banff, 8.350 κάτοικοι) και Τζάσπερ (Jasper, Ίασπις: 4.600 κάτοικοι) στα Βραχώδη όρη, οι οποίες αποτελούν σημαντικούς τουριστικούς πόλους.

Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κλίμα στο νοτιοανατολικό τμήμα της Αλμπέρτας είναι ξηρό με θερμά καλοκαίρια (έως και 30 °C) και πολύ κρύους χειμώνες (–10 έως –20 °C). Αντιθέτως, η δυτική Αλμπέρτα παρουσιάζει σχετικά πιο ήπιους χειμώνες επειδή προστατεύεται από τον όγκο των Βραχώδων ορέων. Οι καταιγίδες και οι ανεμοστρόβιλοι είναι επίσης συχνό φαινόμενο στην κεντρική Αλμπέρτα κατά την περίοδο του καλοκαιριού.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημερινή επαρχία της Αλμπέρτας κατοικήθηκε από αυτόχθονες Ινδιάνους από το 8000 π.Χ. Τον 16ο μ.Χ. αι., στην περιοχή κατοικούσαν Μαυροπόδαροι (αγγλ., Blackfoot· γαλλ.Pieds noirs), Κρι και άλλες φυλές Ινδιάνων που ζούσαν κυρίως από το κυνήγι του βίσονα, του κάστορα και άλλων ζώων. Αργότερα στην περιοχή άρχισαν να καταφθάνουν και μιγάδες Μετί, που διώκονταν από νέους εποίκους που καταλάμβαναν τα ανατολικά και κεντρικά εδάφη του Καναδά.
Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που έφτασαν στην περιοχή ήταν γάλλοι εξερευνητές, οι οποίοι το 1731έχτισαν τα οχυρωμένους καταυλισμούς Λακ Λα Μπις (Lac La Biche) και Μποννυβίλ (Bonnyville). Το 1752γάλλοι εξερευνητές έφτιαξαν το Οχυρό Λα Ζονκιέρ (Fort La Jonquière) στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Κάλγκαρι. Μετά την πτώση της Νέας Γαλλίας στα χέρια των Άγγλων, στην Αλμπέρτα άρχισαν να καταφθάνουν και βρετανοί εξερευνητές. Το 1788βρετανοί έποικοι έφτιαξαν στην Αλμπέρτα δύο οχυρωμένους καταυλισμούς: το Οχυρό Τσίπιουαν (Fort Chipewyan) και το Οχυρό Βερμίλιον (Fort Vermillion).
Φορτ Έντμοντον (Fort Edmonton)· πίνακας του Πωλ Κέιν (Paul Kane, 1810–1871), 1849–56.
Στα επόμενα χρόνια, στην περιοχή φούντωσε το εμπόριο γούνας, αλλά και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην βρετανικών συμφερόντων Εταιρεία του Κόλπου Χάντσον (Hudson's Bay Company) και στην γαλλοκαναδικώνσυμφερόντων Βορειοδυτική Εταιρεία (North West Company), για το ποιος θα έχει τον έλεγχο του εμπορίου γούνας. Με την ανάπτυξη του κυνηγιού και του εμπορίου της γούνας, στην περιοχή άρχισαν να καταφθάνουν πολλοί έποικοι και δημιουργήθηκαν νέοι οικισμοί, όπως το Οχυρό Έντμοντον. Ταυτοχρόνως στην περιοχή φούντωσε και ο θρησκευτικός ανταγωνισμός μεταξύ καθολικών και προτεσταντώνιεραποστόλων για τον εκχριστιανισμό των αυτοχθόνων.
Γουνέμπορος ελέγχει το εμπόρευμά του στην Αλμπέρτα. Φωτογραφία του 1890 από τα Δημόσια Αρχεία του Καναδά.
Λογχοφόρος ιππέας της Βορειοδυτικής Έφιππης Χωροφυλακής. Από το περιοδικό Canadian Illustrated News, 1875.
Το 1821 οι δύο ανταγωνίστριες εταιρείες της γούνας συνενώθηκαν, και το 1868 ο Καναδάςανέλαβε τον έλεγχο της γης που ανήκε στην Εταιρεία του Κόλπου Χάντσον, γνωστή ως Γη του Ρούπερτ (Rupert's Land), και την μετονόμασε σε Βορειοδυτικά Εδάφη. Δύο χρόνια αργότερα, το 1870, η κυβέρνηση του Καναδά κατήργησε όλα τα μονοπωλιακά δικαιώματα της Εταιρείας του Κόλπου Χάντσον στο εμπόριο της γούνας.
Από το 1868, η καναδική κυβέρνηση άρχισε να ενθαρρύνει την εποίκηση της Αλμπέρτας παραχωρώντας στους εποίκους γη που είχε πάρει από αυτόχθονες κατόπιν συμφωνιών.[4] Η άφιξη νέων εποίκων είχε ως αποτέλεσμα τις συγκρούσεις με τους αυτόχθονες, που έβλεπαν να χάνουν την γη τους. Οι συγκρούσεις αυτές, η συστηματική εξόντωση των βισόνων από τους εποίκους, η εισαγωγή οινοπνευματωδών ποτών και η εισαγωγή νέων για την περιοχή ασθενειών, όπως η φυματίωση, είχαν καταστρεπτικές συνέπειες για τους αυτόχθονες.
Για να ελέγξει την κατάσταση στα Βορειοδυτικά Εδάφη, το 1873 η καναδική κυβέρνηση δημιούργησε την Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή (αγγλ., North West Mounted Police ή NWMP), που αργότερα εξελίχθηκε στην σημερινή Βασιλική Καναδική Έφιππη Αστυνομία ή Βασιλική Χωροφυλακή του Καναδά (αγγλ., Royal Canadian Mounted Police· γαλλ., Gendarmerie Royale du Canada). Η Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή έφτιαξε το 1875 το Οχυρό Κάλγκαρι.
Οι νέοι έποικοι, αφού εξόντωσαν μέχρι σχεδόν οριστικής εξαφανίσης τον βίσονα, άρχισαν να εκτρέφουν βοοειδή και να καλλιεργούν σιτηρά. Έτσι δημιουργήθηκε ο θρύλος του καναδούκαουμπόη. Σύντομα στην περιοχή δημιουργήθηκε και σιδηροδρομικό δίκτυο από την εταιρεία Canadian Pacific Railway, γεγονός που προκάλεσε νέες συγκρούσεις με τους αυτόχθονες Ινδιάνους.
Προς το τέλος του 19ου αι., η Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή απέκτησε τον πλήρη έλεγχο της περιοχής και οι έποικοι — κυρίως ΒρετανοίΓερμανοίΟυκρανοί και Σκανδιναβοί) — άρχισαν να καταφθάνουν κατά χιλιάδες. Ταυτοχρόνως οι έποικοι άρχισαν να πιέζουν την καναδική κυβέρνηση να αναγνωρίσει την περιοχή, που από το 1882 αποκαλούνταν Περιοχή της Αλμπέρτας (αγγλ., District of Alberta), ως επαρχία της χώρας. Τελικά, στις 5 Σεπτεμβρίουτου 1905, η Αλμπέρτα και το Σασκάτσουαν ανακηρύχθηκαν ογδόη και ενάτη επαρχία του Καναδά.
Στα χρόνια του 1910 και 1920, στην περιοχή ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα πετρελαίου. Ωστόσο, η άντληση πετρελαίου άρχισε πολύ αργότερα· μόλις το 1947. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Αλμπέρτα συνέχισε να αυξάνει πληθυσμιακά και οικονομικά, στηριζόμενη τόσο στην γεωργία όσο και στην εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου.
Η Αλμπέρτα ήταν και είναι παραδοσιακά συντηρητική επαρχία. Από το 1935 έως το 1971, την επαρχία κυβέρνησε το υπερσυντηρητικό Κόμμα της Κοινωνικής Πίστης (αγγλ., Social Credit Party of Alberta). Από το 1971, την επαρχία κυβερνάει το Κόμμα των Προοδευτικών Συντηρητικών (αγγλ., Alberta Progressive Conservatives).
Η επαρχιακή βουλή της Αλμπέρτας στο Έντμοντον.
Η σημαία της Αλμπέρτας, όπως καθιερώθηκε το 1968. Στο μέσο βρίσκεται ο θυρεός της επαρχίας, με τον κόκκινο σταυρό της Αγγλίας να σκεπάζει τα χωράφια και τα Βραχώδη όρη της Αλμπέρτας.
Το 1980, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά, υπό τον Πιέρ Έλλιοτ Τρυντώ, έθεσε σε εφαρμογή το Εθνικό Πρόγραμμα Ενεργείας (αγγλ., National Energy Program· γαλλ., Programme énergétique nationale) για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση του 1979[5]. Με το Εθνικό Πρόγραμμα Ενεργείας, η κυβέρνηση του Καναδά προσπάθησε να κάνει την χώρα αυτάρκη σε πετρέλαιο και ανάγκασε την Αλμπέρτα να πωλεί το πετρέλαιό της εντός του Καναδά υπό ελεγχόμενες τιμές. Πολλοί πολιτικοί και κάτοικοι της Αλμπέρτας θεώρησαν ότι αυτή κίνηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αποτελούσε ωμή κλοπή του ορυκτού πλούτου της επαρχίας και έτσι άρχισε σιγά–σιγά να φουντώνει στην επαρχία ένα αυτονομιστικό κίνημα. Το κίνημα αυτό δεν έλαβε ποτέ μεγάλες διαστάσεις, όπως π.χ. το αυτονομιστικό κίνημα του Κεμπέκ, και έσβησε οριστικά το 1985, όταν η κυβέρνηση του Καναδά, υπό τον συντηρητικό Μπράιαν Μαλρούνεϋ, κατήργησε το Εθνικό Πρόγραμμα Ενεργείας. Πάντως, έκτοτε οι Αλμπερτιανοί κάνουν λόγο για «δυτική αποξένωση» (αγγλ., western allienation).
Στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2006, η Αλμπέρτα εξέλεξε μόνο βουλευτές του Συντηρηρητικού Κόμματος του Καναδά, μεταξύ των οποίων και τον πρωθυπουργό της χώρας Στήβεν Χάρπερ.

Η σημερινή επαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οικονομία της Αλμπέρτας στηρίζεται κυρίως στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου, βιτουμενιούχων ανθράκων και φυσικού αερίου.
Στην βόρεια Αλμπέρτα, κοντά στο Φορτ ΜακΜέρρυ, λειτουργούν μεγάλα υπαίθρια ορυχεία βιτουμινιούχων ανθράκων[6], απ' όπου εξάγεται πετρέλαιο. Τα αποθέματα πετρελαίου της περιοχής υπολογίζονται σε 315 δισεκατ. βαρέλια (50 km3). Κοντά στο Έντμοντον και το Ρεντ Ντηρ λειτουργούν μεγάλα διυλιστήρια και εργοστάσια παραγωγής πετροχημικών προϊόντων.
Εκτός από τον πετρελαϊκό πλούτο, η Αλμπέρτα έχει να παρουσιάσει και πλούσια γεωργία. Στην επαρχία παράγονται δημητριακά — κυρίως σιτάρι — και κανόλα (μεταλλαγμένη ελαιοκράμβη). Στην Αλμπέρτα βγαίνει η μισή παραγωγή βοδινού κρέατος του Καναδά, ενώ εκτρέφονται επίσης βίσονες και πρόβατα. Η μελισσοτροφία έχει επίσης πρωτεύουσα θέση στην αγροτική παραγωγή της επαρχίας. Από τα πλούσια δάση της βόρειας Αλμπέρτας παράγονται σημαντικές ποσότητες ξυλείας.
Ο Εθνικός Δρυμός του Μπανφ (Banff National Park).
Χιλιάδες τουρίστες επισκέπτονται κάθε χρόνο την Αλμπέρτα για να θαυμάσουν τις φυσικές της ομορφιές. Στα Βραχώδη όρη βρίσκονται οι κωμοπόλεις Μπανφ (128 χλμ. δυτικά από το Κάλγκαρι) και Τζάσπερ (366 χλμ. δυτικά από το Έντμοντον) που περιβάλλονται από εθνικούς δρυμούς. Ο επισκέπτης βρίσκει εκεί ιαματικές πηγές, παγετώνες, χιονοδρομικές πίστες και απότομες πλαγιές για ορειβασία. Το Κάλγκαριείναι επίσης φημισμένο για το ροντέο (αγγλ., Calgary Stampede), που γίνεται εκεί κάθε καλοκαίρι.
Η περιοχή ανάμεσα στο Κάλγκαρι και το Έντμοντον αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια και είναι μία από τις πιο πλούσιες περιοχές της Βορείου Αμερικής με βάση το ΑΕΠ.[7]
Η επαρχιακή κυβέρνηση της Αλμπέρτας είναι μία από τις λίγες κυβερνήσεις του κόσμου που δεν έχει χρέος. Η Αλμπέρτα είναι η μόνη καναδική επαρχία όπου δεν υπάρχει επαρχιακός φόρος στις πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών (υπάρχει μόνον ο αντίστοιχος ομοσπονδιακός φόρος) και η φορολογία εισοδήματος είναι από τις πλέον χαμηλές του κόσμου. Ωστόσο, στην Αλμπέρτα το κόστος ζωής είναι ιδιαίτερα υψηλό.

Δημογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πληθυσμός της Αλμπέρτας παρουσιάζει συνεχή αύξηση από τις αρχές του 20ού αι. Οι περισσότεροι Αλμπερτιανοί είναι απόγονοι ευρωπαίων εποίκων: Βρετανών (45%), Γερμανών(20%), Ιρλανδών (16%), Γάλλων (11%) και Ουκρανών (10%). Οι αυτόχθονες αποτελούν το 4,6% των κατοίκων της επαρχίας.
Η πλειονότητα των Αλμπερτιανών είναι χριστιανοί προτεστάντες (1.145.000) και καθολικοί(786.000).
Επισήμως, η Αλμπέρτα είναι αγγλόφωνη επαρχία, αν και στα δικαστήρια αναγνωρίζεται ως επίσημη και η γαλλική γλώσσα.
Στην Αλμπέρτα κατοικούν και περίπου 7.500 άτομα ελληνικής καταγωγής (2.770 ελληνόφωνοι σύμφωνα με την απογραφή του 2001), οι οποίοι βρίσκονται κυρίως συγκεντρωμένοι στα μεγάλα αστικά κέντρα του Έντμοντον και του Κάλγκαρι.[8]

Διοίκηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντικυβερνήτης διορίστηκε στις 20 Μαΐου 2015 ο Λόις Μίτσελ. Από το Σεπτέμβριο του 2014 πρωθυπουργός είναι ο Τζιμ Πρέντις. Οι πιο πρόσφατες εκλογές διεξήχθησαν πρόωρα τον Μάιο του 2015.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Άλμα πάνω Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά
  2. Άλμα πάνω «Gross domestic product, expenditure-based, by province and territory (2013)». Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά. 5 Νοεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2015.
  3. ↑ Άλμα πάνω, στο:3,0 3,1 Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά, Αλμπέρτα
  4. Άλμα πάνω Πολλές από αυτές τις συμφωνίες ανάμεσα στην καναδική κυβέρνηση και τους αυτόχθονες Ινδιάνους δεν έγιναν σεβαστές από την μεριά της καναδικής κυβέρνησης και αποτέλεσαν και αποτελούν ακόμα και σήμερα αντικείμενο μεγάλων δικαστικών διαμαχών.
  5. Άλμα πάνω Η ενεργειακή κρίση του 1979 ήταν αποτέλεσμα διαδοχικών περιορισμών στην παραγωγή και αυξήσεων στις τιμές του αργού πετρελαίου, που επέβαλε το καρτέλ του OPEC, σε συνδυασμό με την πολιτική αστάθεια στο Ιράν (εκτόπιση του Σάχη, κ.λπ.). Είχε ήδη προηγηθεί η πρώτη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 1973 κατά την περίοδο του Αραβοϊσραηλινού πολέμου του Γιομ Κιπούρ.
  6. Άλμα πάνω Στην αγγλική γλώσσα, οι βιτουμενιούχοι άνθρακες της Αλμπέρτας είναι γνωστοί ως oil sands(«άμμοι πετρελαίου») ή tar sands («άμμοι πίσσας»).
  7. Άλμα πάνω Το κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της Αλμπέρτας το έτος 2006 ήταν 66.300 καναδικά δολάρια, ποσό διπλάσιο από το κατά κεφαλή ΑΕΠ όλου του Καναδά.
  8. Άλμα πάνω Κύρια πηγή για το παρόν άρθρο ήταν το αντίστοιχο άρθρο της αγγλικής Βικιπαίδειας, καθώς και διάφορα άλλα παρεμφερή άρθρα.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Commons logo
Τα Wikimedia Commons έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου